Διακήρυξη του Μιλάνου: Μία ωφέλιμη για την υγεία πρωτοβουλία των ελβετικών επιχειρήσεων τροφίμων και ποτών
Βέρνη, 14 Φεβρουαρίου 2023 – Όλο και περισσότεροι παραγωγοί τροφίμων αλλά και έμποροι λιανικής είναι πρόθυμοι να μειώσουν οικειοθελώς τη ζάχαρη στα προϊόντα τους. Δέκα ακόμη επιχειρήσεις της βιομηχανίας των τροφίμων υπέγραψαν τη λεγόμενη «Διακήρυξη του Μιλάνου» παρουσία του Προέδρου της Ελβετίας Alain Berset. Με την υπογραφή τους δεσμεύθηκαν να μειώσουν την περιεκτικότητα ζάχαρης στα παραγόμενα από αυτούς αναψυκτικά, τρόφιμα, ροφήματα γάλακτος κλπ. Συνολικά 24 ελβετικές εταιρείες μέχρι στιγμής έχουν αποφασίσει να συμμετάσχουν οικειοθελώς στο ως άνω εγχείρημα.
Ο μέσος Ελβετός καταναλώνει διπλάσια ποσότητα ζάχαρης από ό,τι συνιστάται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), δηλαδή κατά μέσο όρο περίπου 100 γραμμάρια ή περίπου 25 κύβους ζάχαρης την ημέρα[1]. Οι επιπτώσεις της υπερβολικής πρόσληψης ζάχαρης είναι σε όλους μας γνωστές: Η παχυσαρκία, οι καρδιαγγειακές παθήσεις και ο διαβήτης τύπου 2 είναι μόνο μερικές από αυτές. Όχι τυχαία, οι τρεις αυτές ασθένειες συγκαταλέγονται στις πιο συχνές αιτίες θανάτου παγκοσμίως. Για το λόγο αυτό, γεννήθηκε το 2015 στο Μιλάνο η λεγόμενη «Διακήρυξη του Μιλάνου», μια πρωτοβουλία του Ομοσπονδιακού Γραφείου Ασφάλειας Τροφίμων και Κτηνιατρικών Θεμάτων της Ελβετίας (BLV), υπό την αιγίδα του Berset.
Η δέσμευση των επιχειρήσεων συνίσταται στη σταδιακή μείωση της περιεκτικότητας σε ζάχαρη στα γιαούρτια και τα δημητριακά μέχρι το τέλος του 2024. Με την επέκταση της πρωτοβουλίας σε νέες ομάδες τροφίμων, όπως τα αναψυκτικά και τα ροφήματα, δέκα ακόμη εταιρίες υπέγραψαν τη διακήρηξη πριν από λίγες ημέρες Στόχος τους είναι να μειώσουν την περιεκτικότητα αυτών των προϊόντων σε ζάχαρη κατά 10% μέχρι το τέλος του 2024. Ιδιαίτερα τα ποτά και τα αναψυκτικά αποτελούν μείζον ζήτημα. Έρευνες αποδεικνύουν ότι περίπου το 38% της ζάχαρης στη διατροφή μας προέρχεται από ποτά.
Το πλάνο φαίνεται να αποδίδει. Κατά μέσο όρο, η περιεκτικότητα σε πρόσθετα σάκχαρα έχει μειωθεί κατά περισσότερο από 5% στα γιαούρτια και κατά 13 % στα δημητριακά από το 2018 μέχρι σήμερα. Ο στόχος που είχε αρχικά συμφωνηθεί αφορούσε μείωση μόλις 5% για τα γιαούρτια και 8% για τα δημητριακά. Ενθαρρυντικό είναι το γεγονός ότι σε πολλά από τα νέα τρόφιμα που κυκλοφόρησαν τα τελευταία χρόνια στην αγορά η περιεκτικότητα σε ζαχαρη είναι πολύ πιο κάτω από το μέσο όρο. Η επόμενη προγραμματισμένη αξιολόγηση από το BVL θα λάβει χώρα στα τέλη του 2024.
Μακάρι αυτή η πρωτοβουλία να επεκταθεί σε ενωσιακό επίπεδο και γιατί όχι να συμπεριλάβει έναν ακόμη «λευκό, σιωπηλό δολοφόνο», το αλάτι.
[1] https://www.admin.ch/gov/de/start/dokumentation/medienmitteilungen.msg-id-93058.html,