Όπως τονίσαμε και παλιότερα, πολλά τρόφιμα μπορούν με τη σωστή αποθήκευση να διατηρηθούν αναλλοίωτα, ακόμη και μετά το πέρας της ημερομηνίας λήξης. Η διαπίστωση αυτή οδήγησε και στη δημιουργία της ιδέας. Αρχικά, προτείνεται η σωστή ενημέρωση των καταναλωτών σχετικά με την σωστή αποθήκευση μιας σειράς προϊόντων τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν – χωρίς κίνδυνο – ακόμη και μετά το πέρας της ημερομηνίας λήξης. Η ενημέρωση πραγματοποιείται μέσα απο αναλυτικά φυλλάδια, ενώ μελλοντικά, προτείνεται και η ενσωμάτωση των πληροφοριών αυτών στην ετικέτα των προϊόντων.
Η ενέργεια αυτή παρατείνει αφενός τη διάρκεια ζωής των προϊόντων και οδηγεί σε σταδιακή μείωση της σπατάλης, αφετέρου προσφέρει οικονομικά πλεονεκτήματα στους παραγωγούς – εμπόρους καθώς μειώνεται τόσο η πίεση παραγωγής όσο και το κόστος αυτής. Δεδομένου ότι τα προϊόντα θα διατηρούνται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, η άμεση παραγωγή νέων προϊόντων δεν είναι επιτακτική με αποτέλεσμα να μειώνεται και το κόστος παραγωγής.
Η σκέψη μας είναι ότι μια τέτοια ιδέα θα μπορούσε να βρει ανταπόκριση και στη δική μας χώρα. Μάλιστα, μια ανάλογη κίνηση πληροφοριακού χαρακτήρα προς τους καταναλωτές θα δυνάμωνε την εμπιστοσύνη των καταναλωτών προς τους παραγωγούς και θα οδηγούσε σε μια ανακούφιση των παραγωγών, οι οποίοι καλούνται να ανταπεξέλθουν στις αυξημένες απαιτήσεις του καταναλωτικού κοινού.
Αλλαγές με στόχο την ασφάλεια και την ποιότητα.
Με νομοθετικές αλλαγές υποδέχτηκε τον τελευταίο μήνα του χρόνου η γερμανική κυβέρνηση, καθώς αποφασίστηκε η τροποποίηση της νομοθεσίας που αφορά τα υλικά που χρησιμοποιούνται κατά την εκτύπωση των ετικετών των προϊόντων. Στόχος είναι, οι χημικές ουσίες που εμπεριέχονται στα γνωστά σε όλους μας μελάνια των εκτυπωτών να είναι ασφαλείς, ακίνδυνες για το προϊόν και, φυσικά, να μην προξενούν καμία αλλοίωση σε αυτό.
Η σχετική τροποποίηση, η οποία τέθηκε σε ισχύ ήδη απο τις 03.12.2021, περιέχει έναν εκτεταμένο κατάλογο χημικών ουσιών, οι οποίες αξιολογούνται ως κατάλληλες και ασφαλείς για τη συγκεκριμένη χρήση. Φυσικά, ο κατάλογος λόγω του μεγάλου εύρους του δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη και βρίσκεται διαρκώς σε εξέλιξη. Αυτό σημαίνει ότι χημικές ουσίες που αξιολογούνται μέχρι τώρα ως ασφαλείς και στηρίζονται σε υπάρχουσες νομοθετικές διατάξεις συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται μέχρι να ολοκληρωθεί ο κατάλογος ή μέχρι να υπάρξει – ενδεχομένως – διαφορετική πρόβλεψη. Φυσικά, η νομοθετική τροποποίηση δεν περιλαμβάνει μόνο τον παραπάνω κατάλογο αλλά εμπεριέχει σαφείς οδηγίες που αφορούν όλη τη διαδικασία εκτύπωσης και τοποθέτησης της ετικέτας στο προϊόν.
Στο σημείο αυτό, αξίζει να σημειωθεί, ότι οι χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται μέχρι τώρα κατά το στάδιο εκτύπωσης των ετικετών πληρούν τις προϋποθέσεις ασφάλειας και καταλληλότητας καθώς ακολουθούν τις γραμμές και κατευθύνσεις του οργανισμού EUPIA (πρόκειται για ευρωπαϊκό οργανισμό κατασκευαστών μελανιών εκτυπωτών). Πέραν, όμως, αυτού η γερμανική κυβέρνηση αποφάσισε να πάει ένα βήμα παραπέρα, οργανώνοντας καλύτερα και πληρέστερα την όλη διαδικασία.
Το ενδιαφέρον και σημαντικό είναι ότι η εν λόγω αλλαγή δεν αφορά μόνο τους γερμανούς επιχειρηματίες, αλλα κάθε έμπορο – παραγωγό που εισάγει και διαθέτει τα προϊόντα του στη γερμανική αγορά. Η αλλαγή αυτή επηρεάζει, φυσικά, και τους δικούς μας Έλληνες παραγωγούς των οποίων η επιχειρηματική δράση επεκτείνεται στο γερμανικό έδαφος. Θα κληθούν, συνεπώς, να ακολουθήσουν τη σχετική νομοθεσία και να αναπροσαρμόσουν τις ετικέτες τους – εφόσον αυτό χρειάζεται – στα νέα δεδομένα ώστε αυτές να ανταποκρίνονται στα πρότυπα ασφάλειας που έχει ορίσει η γερμανική κυβέρνηση.
Σημαντικό, βέβαια, είναι επίσης το γεγονός, οτι κατά τη γερμανική κυβέρνηση η εν λόγω ενέργεια αποτελεί μια παρότρυνση προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να πράξει αναλόγως και να προχωρήσει στην έκδοση ευρωπαϊκής οδηγίας ή κανονισμού ώστε να συμμορφωθούν όλα τα κρατη μέλη κατά όμοιο τρόπο.
Όπως πάντα, αναμένουμε τις εξελίξεις ενημερώνοντάς σας για κάθε τι νεότερο.
Νομοθετικές αλλαγές προ των πυλών.
Με περαιτέρω αλλαγές φαίνεται πως θα υποδεχτεί η Γερμανία τον νέο χρόνο καθώς εκτός απο την νέα κυβέρνηση που θα αναλάβει τα ηνία, τίθεται σε ισχύ απο την 01.01.2022 η νομοθεσία σχετικά με την πώληση αγαθών με ψηφιακά στοιχεία η οποία αφορά επίσης κι άλλες πτυχές των συμβάσεων πώλησης. Η νομοθεσία αυτή ενσωματώνει την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2019/771 η οποία, φυσικά, κινείται προς αυτή την κατεύθυνση.
Ας δούμε, όμως, συνοπτικά και περιεκτικά τα βασικά σημεία αυτών των αλλαγών. Να σημειώσουμε ότι στόχος παραμένει πάντα η προστασία των καταναλωτών και η ισχυροποίηση της θέσης τους έναντι των εμπόρων, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι έμποροι παραμένουν νομοθετικά “ξεκρέμαστοι”.
Αρχικά, η πρώτη νομοθετική αλλαγή σχετίζεται με τον όρο “ελαττωματικό προϊόν”. Προκειμένου, λοιπόν, να χαρακτηριστεί ενα προϊόν, στα πλαίσια σύμβασης πώλησης, ως τέτοιο, θα πρέπει να πληρούνται ορισμένες αντικειμενικές προϋποθέσεις. Τα εμπορεύματα, λοιπόν, πρέπει να είναι κατάλληλα για κανονική χρήση, να έχουν τη “συνήθη” ποιότητα, να παραδίδονται συσκευασμένα (εφόσον αυτό θεωρείται το αναμενόμενο) μαζί με όλα τα αφαιρούμενα στοιχεία του προϊόντος καθώς και μαζί με τις απαραίτητες οδηγίες χρήσεως. Μόνο υπό αυτό το πρίσμα θα μπορεί να γίνεται λόγος για ελαττωματικό προϊόν.
Η δεύτερη νομοθετική αλλαγή συνδέεται στενά με τον παράγοντα της τεχνολογίας και τη θέση που έχει αυτή, σήμερα, στη ζωή μας. Πρόκειται, λοιπόν, για υποχρέωση που αφορά ηλεκτονικές συσκευές όπως είναι τα κινητά, οι υπολογιστές ή ακόμη και σύγχρονες οικιακές συσκευές με διευρυμένες “εξυπνες” λειτουργίες. Ο πωλητής είναι υποχρεωμένος να συγχρονίζει/ενημερώνει τις συσκευές αυτές με το τρέχον λογισμικό και μάλιστα, οφείλει να θέτει αυτό το λογισμικό πάντα στη διάθεση των καταναλωτών. Μόνο έτσι, μπορεί να εξασφαλιστεί η σωστή λειτουργία των εν λόγω συσκευών και μάλιστα χωρίς προβλήματα.
Το τρίτο σκέλος των αλλαγών αφορά την εγγύηση που παρέχεται απο τον πωλητή στον καταναλωτή καθώς και το δικαίωμα επιστροφής σε περίπτωση ελαττωματικού προϊόντος. Αρχικά, προβλέπεται πια η χορήγηση γραπτής εγγύησης απο τον πωλητή. Περαιτέρω, η διάρκεια της εγγύησης ορίζεται κατ’ ελάχιστο στον ένα χρόνο. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι αν ένα προϊόν εμφανίσει κάποιο ελάττωμα μέσα στον πρώτο ένα χρόνο απο την αγορά, τότε τεκμαίρεται ότι το ελάττωμα αυτό προϋπήρχε και μπορεί να αξιωθεί η αντικατάστασή του ή η καταβολή αποζημίωσης. Ως προς το δικαίωμα υπαναχώρησης του καταναλωτή, προβλέπεται οτι δεν είναι απαραίτητο να θέσει ρητά ο καταναλωτής προθεσμία για την αντικατάσταση του προϊόντος. Αυτή τεκμαίρεται ότι ξεκινά με την γνωστοποίηση στον πωλητή ότι το προϊόν παρουσιάζει κάποιο ελάττωμα. Συνεπώς, η διεκδίκηση αποζημίωσης για το ελαττωματικό προϊόν αποσυνδέεται απο την προϋπόθεση να θέσει ο καταναλωτής προθεσμία στον πωλητή.
Οι παραπάνω αλλαγές αφορούν εν γένει τις συμβάσεις πωλήσεως και συνεπώς επηρεάζουν σε διάφορες πτυχές και τους εμπόρους τροφίμων καθώς πια θα πρέπει να λάβουν υπόψιν τις νέες διατάξεις και να είναι προσεκτικοί ως προς την ορθή τήρηση αυτών ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά το κομμάτι της εγγύησης και επιστροφής του ελαττωματικού προϊόντος.