Kanzlei Rechtsanwältin Olga Ira Dimopoulou

Rechtsanwältin Olga Ira Dimopoulou

8. NEWSLETTER – ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2022

„Vegan“ και „Bacon“ στην ίδια πρόταση; Κι όμως γίνεται!

Βίγκαν λουκάνικα, σνίτσελ λαχανικών και κιμάς από tofu. Πώς αντιμετωπίζεται το φαινόμενο χρήσης λέξεων, που χρησιμοποιούνταν μέχρι σήμερα κατεξοχήν για προϊόντα ζωικής προέλευσης, δίπλα από τη λέξη „vegan“;

Η γκάμα των vegan και των χορτοφαγικών τροφίμων αυξάνεται με εκθετικούς ρυθμούς στη Γερμανία αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ιδιαίτερα τα χορτοφαγικά και τα υποκατάστατα vegan προϊόντα, τα οποία προσεγγίζουν τις αυθεντικές ζωικές τροφές ως προς την εμφάνιση, την υφή και τη γεύση, είναι πολύ δημοφιλή στα ράφια των σούπερ μάρκετ.

Με την εξάπλωση των εν λόγω υποκατάστατων προϊόντων, δημιουργήθηκαν όλο και περισσότερα ερωτήματα σχετικά με τον χαρακτηρισμό και την ονομασία τους. Για το λόγο αυτό η Deutsche Lebensmittelbuch Kommission (Γερμανική Επιτροπή Kώδικα Τροφίμων) συνέστησε ειδικότερη επιτροπή η οποία εξέδωσε τον Δεκέμβριο του 2018 τις λεγόμενες «Οδηγίες για την ονομασία vegan και χορτοφαγικών προϊόντων». Οι Οδηγίες αυτές, οι οποίες αποτελούν κατευθυντήριες γραμμές και όχι – τουλάχιστον προς το παρόν –  νομικά δεσμευτικούς κανόνες, ήρθαν αντιμέτωπες με αυστηρή κριτική. Ως εκ τούτου η επιτροπή επανέλαβε τις εργασίες της το 2020 για να συζητήσει την ανάγκη μεταρρύθμισής τους. Ωστόσο, η τροπολογία που προτάθηκε δεν συγκέντρωσε την απαιτούμενη πλειοψηφία, με αποτέλεσμα να εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι και σήμερα οι προβλέψεις του 2018.

Παρά την έλλειψη νομικής δεσμευτικότητας, η σημασία τους κρίνεται αυξημένη, διότι αξιοποιούνται από τον ίδιο τον νομοθέτη αλλά και από τους δικαστικούς λειτουργούς ως εργαλεία για την ερμηνεία των σχετικών διατάξεων του Δικαίου Τροφίμων.

 Αποφασιστικής σημασίας για τη σύσταση της επιτροπής εμπειρογνωμόνων εντος της DLMBK και τις επακόλουθες συζητήσεις ήταν, όχι μόνο η αυξανόμενη ζήτηση των συγκεκριμένων προϊόντων στην αγορά, αλλά και οι αιτήσεις που κατατέθησαν ενώπιόν της από τους ίδιους τους παραγωγούς.

Στη συνέχεια η επιτροπή χρησιμοποίησε ως οδηγό, μεταξύ άλλων, τις υπάρχουσες ονομασίες για τα προϊόντα κρέατος και τα ψάρια. Διέκρινε τα πραγματικά ζωικά προϊόντα και τα υποκατάστατα προϊόντα με βάση διάφορα χαρακτηριστικά – όπως η αισθητική ποιότητα (εμφάνιση, οσμή, γεύση, αίσθηση στο στόμα), η διάρκεια ζωής και η περιεκτικότητα σε θρεπτικά συστατικά.

Μόνο εάν διασφαλίζεται επαρκής εγγύτητα με τα αρχικά προϊόντα ζωικής προέλευσης, με βάση τα παραπάνω κριτήρια, μπορεί να χρησιμοποιηθεί η αντίστοιχη ονομασία για χορτοφαγικά και vegan προϊόντα. Για τις διάφορες ομάδες προϊόντων, οι οδηγίες παρέχουν περαιτέρω παραδείγματα ονομασίας στα οποία πρέπει να βασίζεται η ονομασία. Ως εκ τούτου, οι επιτρεπόμενοι χαρακτηρισμοί είναι “χορτοφαγικό σνίτσελ από πρωτεΐνη γάλακτος”, “vegan tofu λουκάνικο σε στυλ σαλάμι” ή “χορτοφαγικό λουκάνικο σόγιας για επάλειψη με γεύση λουκάνικου συκωτιού”. Η ολομέλεια του DLMBK ενέκρινε ομόφωνα αυτές τις κατευθυντήριες αρχές οι οποίες εφαρμόζονται από το 2018.

Ωστόσο, οι παραγωγοί δεν έμειναν ικανοποιημένοι. Θεώρησαν ότι τα κριτήρια είναι εξαιρετικά αυστηρά και αποκλείουν μια μεγάλη ομάδα υποκατάστατων vegan προϊόντων. Μένει να δούμε αν θα υπάρξει στο μέλλον κάποια ικανοποιητική πρόταση, κατόπιν της αποτυχίας της τροπολογίας του 2020,η οποία θα καταφέρει να συγκεράσει τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς τόσο της Επιτροπής όσο και των επιχειρηματιών.